Φρένο βάζουν τα διοικητικά δικαστήρια, στο άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών μέσω ελέγχων της εφορίας για καταθέσεις και εμβάσματα, πριν το 2010.
Δικαστικές αποφάσεις που βάζουν φρένο στην αναδρομικότητα της ΠΟΛ.1095/29.4.2011, της σχετικής διάταξης του άρθρου 15 του νόμου 3888/2010 .
Με άρθρο αυτής εδώ της στήλης, προειδοποιήσαμε τους φορολογουμένους πριν δύο ημέρες, για την πρόσκληση που θα βρουν στην πόρτα τους από την εφορία μετά τις διακοπές του Αυγούστου. Λέγαμε συγκεκριμένα :Κρίσιμο: Τον Σεπτέμβριο θα διασταυρωθούν όλοι οι τραπεζικοί λογαριασμοί
Σήμερα επανερχόμαστε προκειμένου να σας δώσουμε τρεις δικαστικές αποφάσεις που για όσους έχουν κληθεί να δώσουν εξηγήσεις για τραπεζικές καταθέσεις πριν το 2010 αλλά και για όσους κληθούν από τις φορολογικές αρχές τον Σεπτέμβρη , επίσης να ελεγχθούν για τραπεζικές καταθέσεις και εμβάσματα εξωτερικού πριν την πενταετία, να ακυρώσουν κάθε κίνηση της φορολογικής αρχής.
Παρακάτω παραθέτουμε το σκεπτικό των τριών αποφάσεων και μάλιστα εφετειακών για να τις επικαλεστείτε στην εφορία και σας διαβεβαιώνουμε για να γλυτώσετε φόρους, ταλαιπωρία και πιθανότατα ποινικές διώξεις.
Αποφάσεις Δ.Εφ.Αθηνών
Δ.Εφ.Αθ 2829/2015
Σε αυτή την απόφαση εξετάζεται από πότε ισχύει το άρθρο 15 παρ.3 ν.3888/2010 δηλαδή από πότε εξετάζει η φορολογική αρχή την παράνομη προσαύξηση περιουσίας. Με απλά λόγια από πότε μπορεί να ελέγξει η φορολογική αρχή την νομιμότητα των καταθέσεων αλλά και των εμβασμάτων ενός πολίτη. Και όλα αυτά πριν ή μετά την ισχύ του νόμου δηλαδή την 30/9/2010.
Τα ένδικα εμβάσματα εκτελέστηκαν, το πρώτο στις 9-7-2010 και το δεύτερο στις 14-7-2010, δηλαδή πριν την έναρξη ισχύος της διάταξης του άρθρου 15 παρ.3 του ν.3888/2010, επομένως και με την εκδοχή της φορολογικής αρχής (ανεξάρτητα της νομιμότητάς της) ότι μέσω της εν λόγω μεταφοράς χρημάτων στο εξωτερικό επήλθε προσαύξηση της περιουσίας του προσφεύγοντος από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία, η εν λόγω προσαύξηση, εφόσον προέκυψε σε χρόνο που δεν ίσχυε ακόμη η ως άνω διάταξη, δεν υπάγονταν σε φορολόγηση (όμοια ΔΕφ.Αθ. 2885/15 κ.α).
Η σχετική απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, κατά το μέρος που προσβάλλεται, ως ερειδόμενη σε μη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, είναι πλημμελής κατά τη νόμιμη βάση της και πρέπει να ακυρωθεί, κατά την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, η οποία νομίμως χωρεί και μετά τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 79 του ΚΔΔ. Τούτο γιατί, κατά την έννοιά της, η εν λόγω διάταξη δεν ήθελε να αποκλείσει τον αυτεπάγγελτο έλεγχο σε περιπτώσεις παράβασης ουσιαστικής διάταξης νόμου, όπως στην προκείμενη περίπτωση που η Διοίκηση προσδίδοντας άλλη έννοια και χρονική έκταση στη διάταξη του άρθρου 15 παρ.3 του ν.3888/2010, θεώρησε ότι η, μέσω της μεταφοράς χρημάτων στο εξωτερικό, προσαύξηση της περιουσίας του φορολογουμένου υπάγεται σε φορολόγηση και αν ακόμη η προσαύξηση προέκυψε πριν την 30-9-2010.
Δ.Εφ.Αθ 2828/2015
Σε αυτή την απόφαση, εξετάζεται η έννοια της προσαύξησης περιουσίας και ουσιαστικά γίνεται αναφορά πως μετά την 30/9/2010 έναρξη ισχύος του νόμου, εξετάζετε η προσαύξηση περιουσίας μέσω της οποίας γίνεται και μεταφορά εμβασμάτων στο εξωτερικό.
Το εμβαζόμενο ποσό, το οποίο κατά συνήθως συμβαίνοντα σχηματίζεται από τη συλλογή καταθέσεων, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί μέσα στο χρόνο, ως υπαρκτό και γνωστό, δεν προέρχεται από άγνωστη πηγή ή αιτία ώστε να θεωρείται προσαύξηση περιουσίας κατά την έννοια της διάταξης της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010 και μάλιστα της χρήσης μέσα στην οποία έγινε η μεταφορά, ενώ άλλωστε, ως μεμονωμένη τραπεζική «ταμειακή» συναλλαγή και χωρίς τη σύγκρισή της με την προηγούμενη πραγματική ταμειακή κατάσταση του φορολογουμένου, δεν μπορεί, σε κάθε περίπτωση, να χαρακτηριστεί ως «προσαύξηση» περιουσίας.
Διαφορετικό όμως είναι το ζήτημα του σχηματισμού των κεφαλαίων των τραπεζικών καταθέσεων των λογαριασμών μέσω των οποίων γίνεται η μεταφορά χρημάτων στο εξωτερικό. Τα κεφάλαια αυτά που σχηματίζονται από την έναρξη ισχύος της ως άνω, επίμαχης, διάταξης, δηλαδή από 30-9-2010 και εφεξής, κατά το μέρος που δεν καλύπτονται από τα δηλωθέντα εισοδήματα, αποτελούν πλέον προσαύξηση κατά την έννοια της διάταξης της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010, κάθε οικονομικού έτους μέσα στο οποίο παρατηρείται τέτοια διαφορά, την οποία και πρέπει να κληθεί από τη φορολογική αρχή να δικαιολογήσει ο φορολογούμενος.
Δ.Εφ.Αθ 2885/2015
Τέλος, σε αυτή την απόφαση (που θα φανεί χρήσιμη στην πλειοψηφία των πολιτών που θα ελεγχθούν για τραπεζικές καταθέσεις και εμβάσματα) το δικαστήριο δέχεται πως μπορεί ένας πολίτης εφόσον το αποδείξει, να αποστέλλει εμβάσματα στο εξωτερικό για λογαριασμό τρίτου.( κοινός λογαριασμός)
Τα ποσά εμβασμάτων στο εξωτερικό μπορούν να καλυφθούν, εκτός άλλων, και με το προϊόν εκποίησης, πριν την αποστολή του εμβάσματος, περιουσιακών στοιχείων, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται η εκποίηση αυτή από σχετικά παραστατικά. Σε περιπτώσεις αποστολής εμβασμάτων που πραγματοποιούνται από κοινούς λογαριασμούς πρέπει, καταρχήν, να γίνεται ισομερής επιμερισμός αυτών μεταξύ των συνδικαιούχων του λογαριασμού προέλευσης του εμβάσματος, σε περίπτωση δε που ο ελεγχόμενος επικαλείται διαφορετική αναλογία των χρηματικών αυτών ποσών, η οποία εξικνείται μέχρι του σημείου ότι τα χρήματα δεν ανήκαν πράγματι σε αυτόν, οφείλει να αποδείξει με κάθε πρόσφορο μέσο τον ισχυρισμό του.
Από τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζει ο προσφεύγων και ιδίως από τις δύο δίγραμμες επιταγές, που παραδόθηκαν σ’ αυτόν, το έτος 2007, για λογαριασμό της μητέρας του, προς εξόφληση τιμήματος από την πώληση ακινήτου της τελευταίας κατά το ως άνω έτος και την κατάθεση αυτών, κατά το ίδιο έτος, στον κοινό λογαριασμό, που τηρούσε ο προσφεύγων με τη μητέρα του και τον αδερφό του στο ως άνω τραπεζικό ίδρυμα, προκύπτει ότι τα εν λόγω ποσά εμβασμάτων που απέστειλε ο προσφεύγων από τον ως άνω κοινό τραπεζικό λογαριασμό σε τράπεζες του εξωτερικού και, μάλιστα, σε ομοίως, τηρούμενο σε αυτές, κοινό λογαριασμό με τη μητέρα του και τον αδερφό του, προέρχονταν καθ’ ολοκληρίαν από το προϊόν εκποίησης του ως άνω περιουσιακού στοιχείου της μητέρας του. Και ναι μεν, σε περιπτώσεις αποστολής εμβασμάτων που πραγματοποιούνται από κοινούς λογαριασμούς, γίνεται, κατ’αρχήν, ισομερής επιμερισμός αυτών μεταξύ των συνδικαιούχων του λογαριασμού προέλευσης του εμβάσματος, όμως, εν προκειμένω, ο προσφεύγων απέδειξε ότι τα κατατεθέντα στον ως άνω κοινό λογαριασμό χρήματα, από τον οποίο εστάλησαν τα εμβάσματα, ανήκαν στη μητέρα του.